Το Betcatalog.net σας παρουσιάζει την ιστορία του Ζόρζε Ζέσους, που από λούζερ έγινε, χάρη στην πρωτοφανή στήριξη της Μπενφίκα, ο πιο επιτυχημένος τεχνικός στην ιστορία της, μα το κάλεσμα και τα εκατομμύρια του κλαμπ, όπου ανδρώθηκε ποδοσφαιρικά, τον έπεισαν να χωρίσει στη μέση τη Λισαβόνα.
Ο Ζόρζε Ζέσους είναι ένα ακόμη κομμάτι στο παζλ του succes story των Πορτογάλων προπονητών τα τελευταία χρόνια. Είναι ένας από τους καλύτερους μεταξύ των συμπατριωτών του, με τη διαφορά βέβαια πως σε αντίθεση με άλλους συναδέλφους και ομοεθνείς του δεν έχει εργαστεί ποτέ στη διάρκεια της καριέρας του στο εξωτερικό.
Όπου και να είσαι, είναι και το Casino σου | 24χ7 | +21
Μια καριέρα που άρχισε από τις χαμηλές κατηγορίες της Πορτογαλίας το 1990. Λίγο νωρίτερα είχε βάλει τέλος σε μια άλλη καριέρα. Αυτή του ποδοσφαιριστή, που ήταν μέτρια, δίχως διακρίσεις ατομικές και συλλογικές, σε αντίθεση, δηλαδή, με όλα όσα έμελλε να ζήσει αργότερα στους πάγκους ο άνθρωπος που γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου του 1944 στην Αμαδόρα, περιοχή που βρίσκεται βορειοδυτικά της Λισαβόνας κι είναι από τις πιο πυκνοκατοικημένες της χώρας.
Ο Ζόρζε Ζέσους ως παίκτης
Ως παίκτης έκανε τα πρώτα του βήματα στην ομάδα της πόλης του, την Εστρέλα ντα Αμαδόρα, πριν να ενταχθεί σε ηλικία 17 ετών, το 1971, στις ακαδημίες της Σπόρτινγκ Λισαβόνας. Στα «λιοντάρια», εξάλλου, είχε αγωνιστεί τη δεκαετία του ΄40 κι ο πατέρας του, Βιργκολίνο Αντόνιο ντε Ζέσους. Επόμενο, λοιπόν, ήταν να αποτελεί όνειρο για τον Ζόρζε Φερνάντο Πινέιρο ντε Ζέσους, όπου είναι το πλήρες όνομά του, να αγωνιστεί με την ίδια φανέλα. Μόνο που αυτό συνέβη στην πραγματικότητα λίγες φορές. Αρχικά, δόθηκε δανεικός σε κάποιες ομάδες και τη σεζόν 1975-1976 κατέγραψε στο σύνολο 12 συμμετοχές και πέτυχε 1 γκολ με τη Σπόρτινγκ, που εκείνη τη χρονιά τερμάτισε στην πέμπτη θέση στο πρωτάθλημα.
Δεν έπεισε ότι άξιζε μια θέση στο ρόστερ μιας εκ των παραδοσιακών δυνάμεων της Πορτογαλίας και στη συνέχεια έκανε μια καριέρα χωρίς πολλές επιτυχίες, παίζοντας, πάντως, τα επτά από τα επόμενα οκτώ χρόνια στην πρώτη κατηγορία. Κάποιες από τις πιο γνωστές ομάδες στις οποίες αγωνίστηκε ήταν οι Μπελενένσες, Λεϊρία και Βιτόρια Σετούμπαλ, με τον Ζέσους να παίρνει στα 36 του χρόνια, την απόφαση να κρεμάσει οριστικά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
Είχε ήδη αποφασίσει να ασχοληθεί με την προπονητική
Είχε ίσως πάντα στην άκρη του μυαλού να καταφέρει φορώντας πια κοστούμι και καθισμένος στην άκρη ενός πάγκου να διαγράψει μια πιο αξιόλογη καριέρα και να αφήσει το δικό του στίγμα στο πορτογαλικό ποδόσφαιρο. Όμως, η καταξίωση άργησε να έρθει. Για μια 15ετία και πλέον περιπλανήθηκε σε αρκετές ομάδες. Ανέβασε μέσα σε τρία χρόνια από την τρίτη κατηγορία στην πρώτη τη Φελγκέιρας, χωρίς να κατορθώσει, όμως, και να την καθιερώσει σε αυτήν, ενώ στη Liga Sagres εργάστηκε, επίσης, για λογαριασμό της ομάδας της γενέτειράς του, Εστρέλα ντα Αμαδόρα, της Σετούμπας και της Γκιμαράες, πριν να βιώσει τον υποβιβασμό με τη Μορεϊρένσε το 2005.
Ακολούθησε μία σεζόν στη Λεϊρία και την περίοδο 2006-2007 ήρθε η στιγμή να γίνει ευρύτερα γνωστός ως τεχνικός, καθώς η Μπελενένσες, υπό τις οδηγίες του, κατέλαβε την πέμπτη θέση στο πρωτάθλημα, ενώ έφτασε ως τον τελικό του Κυπέλλου Πορτογαλίας για όγδοη φορά στην ιστορία της και πρώτη μετά από 18 χρόνια. Εκεί ηττήθηκε από τη Σπόρτινγκ Λισαβόνας, μα εξασφάλισε τη συμμετοχή της στο τότε ΟΥΕΦΑ, με τον Ζέσους να την οδηγεί την επόμενη σεζόν στην όγδοη θέση και το ίδιο καλοκαίρι να «εξαργυρώνει» αυτήν την επιτυχημένη διετία με τη μετακίνησή του στην Μπράγκα.
Build A bet: Όσα συμβαίνουν σε έναν αγώνα, συνδυάζονται σε ένα στοίχημα. |21+
Με την τελευταία έκανε καλές ευρωπαϊκές πορείες, καθώς έφτασε μέχρι τους «16» του Γιουρόπα Λιγκ, ενώ νωρίτερα με αυτόν στην τεχνική ηγεσία η Μπράγκα έγινε η τελευταία ομάδα που κατέκτησε το Κύπελλο Ιντερότοτο, προτού η ΟΥΕΦΑ πάρει την απόφαση να το καταργήσει, αλλά κι η πρώτη ομάδα από την Πορτογαλία που πέτυχε κάτι τέτοιο. Στο πρωτάθλημα κατέκτησε την πέμπτη θέση κι έτσι τέτοια εποχή τον Ιούνιο του 2009 παρουσιαζόταν μπροστά η πιο μεγάλη πρόκληση της προπονητικής του καριέρας, αφού η Μπενφίκα τον έχρισε διάδοχο του Ισπανού Κίκε Φλόρες!
Επιστροφή στην Λισαβόνα
Επέστρεψε στη Λισαβόνα, αυτή τη φορά σαν προπονητής, προκειμένου να ζήσει όλα όσα δεν μπόρεσε ως ποδοσφαιριστής. Και τα κατάφερε πολύ γρήγορα, κιόλας. Στην πρώτη του σεζόν στον πάγκο των «αετών» κατέκτησε το πρωτάθλημα με μόλις δύο ήττες και με 78 γκολ ενεργητικό. Αυτός ήταν κι ο πρώτος τίτλος πρωταθλητή για την Μπενφίκα έπειτα από μια πενταετία κυριαρχίας της Πόρτο σε μια σεζόν που η ομάδα του Ζέσους πανηγύρισε και το Λιγκ Καπ, με τον ίδιο να ψηφίζεται για πρώτη φορά στην καριέρα του, μάλιστα, ως ο κορυφαίος προπονητής στην Πορτογαλία. Παράλληλα, στο Γιουρόπα Λιγκ έφτασε ως την προημιτελική φάση, όπου αποκλείστηκε με συνολικό σκορ 3-5 από τη Λίβερπουλ.
Η συνέχεια, ωστόσο, δεν ήταν ανάλογη. Κατέκτησε άλλες δύο φορές συνεχόμενα το Λιγκ Καπ, όμως το εν λόγω τρόπαιο εδώ που τα λέμε δεν είναι και τόσο σημαντικό για μια ομάδα με την ιστορία της Μπενφίκα. Τη σεζόν 2010-2011 τα κενά των Ντι Μαρία και Ραμίρες δεν καλύφθηκαν, οι «κόκκινοι» της Λισαβόνας αποδυναμώθηκαν κι έτσι η Πόρτο επανήλθε, ύστερα από ένα χρόνο, στο «θρόνο» του πρωταθλητή, κατακτώντας την πρώτη θέση με διαφορά 21 βαθμών από τη δεύτερη, μάλιστα, με την καλή ευρωπαϊκή πορεία, πάντως, να συνεχίζεται. Την επόμενη χρονιά τα δεδομένα δε διαφοροποιήθηκαν, καθώς το μόνο που κατάφερε ήταν να χάσει το πρωτάθλημα με μικρότερη διαφορά (σ.σ. 75 έναντι 69), ωστόσο στο Τσάμπιονς Λιγκ οδήγησε την Μπενφίκα ως τα προημιτελικά, όπου αποκλείστηκε από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Τσέλσι.
Εφιαλτική σεζόν
Ακολούθησε μια εφιαλτική σεζόν, από τις χειρότερες και για τον ίδιο το σύλλογο καθώς και για τον Ζέσους. Εξάλλου, μέχρι και τις τελευταίες ημέρες της περιόδου η Μπενφίκα διεκδικούσε τρεις τίτλους, ωστόσο δεν κατάφερε να κερδίσει κανέναν από αυτούς! Για την ακρίβεια, μια ήττα από την Πόρτο, που είχε τότε προπονητή τον Βίτορ Περέιρα, κόστισε την πρώτη θέση, που οι «αετοί» της Λισαβόνας είχαν καπαρωμένη ως εκείνο το σημείο, στον τελικό του πορτογαλικού Κυπέλλου, όπου η ομάδα συμμετείχε για πρώτη φορά μετά από το 2005, ήρθε η απρόσμενη ήττα με 2-1 από τη Βιτόρια Γκιμαράες, που ως το 80ο λεπτό ήταν πίσω στο σκορ με 0-1, ενώ η Μπενφίκα, αν κι έφτασε σε τελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης μετά από 23 ολόκληρα χρόνια, δεν μπόρεσε να επικρατήσει της Τσέλσι, η οποία νίκησε 2-1 με γκολ στις καθυστερήσεις.
Μέσα σε λίγα 24ωρα και σε όλες τις περιπτώσεις δεχόμενη τέρματα στα τελευταία λεπτά των αγώνων που έκριναν τίτλους, η Μπενφίκα έχασε τρία τρόπαια και για πρώτη φορά μετά το 2007-2008 τελείωσε μία χρονιά δίχως κάποιον τίτλο. Το μέλλον του Ζόρζε Ζέσους, ο οποίος έμοιαζε πλέον να ανεβαίνει το δικό του «Γολγοθά», φαινόταν δυσοίωνο με τόσες μαζεμένες αποτυχίες, ειδικά μετά και την επίθεση του (τότε) αστεριού της ομάδας, του Παραγουανού επιθετικού Όσκαρ Καρντόσο, στον Πορτογάλο τεχνικό, έπειτα από την ήττα στον τελικό του Κυπέλλου Πορτογαλίας από την Γκιμαράες.
Δεν άργησε η δικαίωση του Ζόρζε Ζέσους
Παρόλα αυτά, η διοίκηση της Μπενφίκα έκανε την έκπληξη και κράτησε στη θέση του τον έμπειρο κόουτς. Κι αυτός δικαίωσε την ομάδα της Λισαβόνας για την επιλογή αυτή και τη σπάνια στήριξη που έδειξε προς το πρόσωπό του. Η σεζόν 2013-2014 ολοκληρώθηκε με την Μπενφίκα να κατακτάει όλους του εγχώριους τίτλους, δηλαδή το τρεμπλ, πρώτη φορά στην ιστορία της και με τον Ζέσους να αναδεικνύεται προπονητής της χρονιάς και πάλι. Παρόλα αυτά, η διαβόητη κατάρα του Μπέλα Γκούτμαν δεν του επέτρεψε να ζήσει και μια μεγάλη ευρωπαϊκή επιτυχία, με την Μπενφίκα να φτάνει ξανά στον τελικό του Γιουρόπα Λιγκ, αλλά να ηττάται αυτή τη φορά από τη Σεβίλλη, στο Τορίνο, με 4-2 στα πέναλτι.
Ο Ζόρζε Ζέσους απολάβανε, όμως, πια την απόλυτη εμπιστοσύνη των ανθρώπων και των οπαδών της Μπενφίκα. Και κυρίως του κόσμου που τον λάτρεψε μια και καλή όταν μετά το τέλος ενός νικηφόρου εκτός έδρας αγώνα με την Γκιμαράες, ένας οπαδός της ομάδας μπήκε στον αγωνιστικό χώρο και προσπάθησε να πλησιάσει τους ποδοσφαιριστές της ομάδες, με τους αστυνομικούς να τρέχουν να τον συλλάβουν και τον ίδιο να μπαίνει στη μέση και να τον σώζει!
Φέτος, η Μπενφίκα δεν έφτασε καθόλου μακριά στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, καθώς είχε κακή παρουσία στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, όμως ο Ζέσους την οδήγησε σε ακόμη ένα τρεμπλ. Δεν κατέκτησε το κύπελλο, ωστόσο πανηγύρισε το πρώτο του Σούπερ Καπ, πήρε και το Λιγκ Καπ, ενώ διατήρησε τους «αετούς» στην κορυφή του πρωταθλήματος, κάτι που είχε να συμβεί από το 1984, με τον Σβεν Γκόραν Έρικσον προπονητή τότε! Παράλληλα, ο 60χρονος κόουτς έγινε ο πλέον πολυνίκης προπονητής στην ιστορία της Μπενφίκα, μετρώντας 10 τίτλους από το 2009 και μετά.
Ο τεχνικός στην Σπόρτινγκ Λισαβόνας
Η εξαετής θητεία του Ζόρζε Ζέσους στο σύλλογο με τους περισσότερους τίτλους στην Πορτογαλίας ολοκληρώθηκε στην ουσία από τις πρώτες ημέρες του Ιούνη. Ο πρόεδρος της Μπενφίκα, Λουίς Φελίπε Βιέρα, όντας βέβαιος πως η Πόρτο, που πάντοτε είχε σε εκτίμηση τον Ζέσους, θα κρατούσε τον Χουλέν Λοπετέγκι στην τεχνική της ηγεσία, θέλησε να μειώσει τις αποδοχές του επιτυχημένου προπονητή. Δεν υπολόγιζε, όμως, ότι θα μπει «σφήνα» η Σπόρτινγκ Λισαβόνας!
Τα «λιοντάρια» έχουν να κατακτήσουν πρωτάθλημα από το 2002 κι έκτοτε αναζητούν σχεδόν απεγνωσμένα τον τρόπο να επανέλθουν στις επιτυχίες. Μετά από χρόνια που ταλαιπωρήθηκαν από οικονομικά προβλήματα φαίνεται πως αποκτούν και πάλι οικονομική δύναμη, καθώς εξασφάλισε τη στήριξη δύο αφρικανικών εταιριών, με τη μια να προέρχεται από την Ανγκόλα και την έτερη από τη Γουϊνέα. Με αυτές τις «πλάτες» λοιπόν και βλέποντας στον πρόσωπό του τον Μεσσία, χαρακτηρισμός, που όσο βλάσφημος κι αν ακούγεται, του ταιριάζει λόγω του ονόματός του, η Σπόρτινγκ προσέφερε στον Ζόρζε Ζέσους τριετές συμβόλαιο, με ετήσιες αποδοχές που μαζί με τα μπόνους αγγίζουν τα 6 εκατομμύρια ευρώ!
Η Μπενφίκα δεν μπόρεσε να ανταγωνιστεί την προσφορά της συμπολίτισσας κι ύστερα από 319 παιχνίδια στον πάγκο της, με απολογισμό 227 νίκες, 45 ισοπαλίες και 47 ήττες, ο Ζέσους γίνεται ο πρώτος που μεταπηδά από τη μια ομάδα της Λισαβόνας στην άλλη. Έτσι, επιστρέφει στο «σπίτι» του, στην ομάδα όπου πέρασε μόλις μια τετραετία σαν ποδοσφαιριστής, ωστόσο από μικρός παιδί υποστήριζε.
Ζήτησε από τη διοίκηση της Σπόρτινγκ, μάλιστα, να είναι αυτός το αφεντικό του ποδοσφαιρικού τμήματος, απαίτησε να μην πουληθούν τα αστέρια της ομάδας, όπως ο Γουίλιαμ Καρβάλιο, κάτι που έγινε δεκτό και πλέον έχει μπροστά του μια νέα πρόκληση.
Ίσως μια από τις τελευταίες της προπονητικής του καριέρας, δεδομένου πως στις 24 του ερχόμενου μήνα θα κλείσει τα 61 του χρόνια. Να επαναφέρει στην κορυφή την ομάδα όπου ανδρώθηκε ποδοσφαιρικά και να γράψει ιστορία ως ένας από τους καλύτερους Πορτογάλους προπονητές όλων των εποχών!