«Όταν όλα τελειώσουν, ο κόσμος θα με θυμάται μόνο για όσα έκανα εντός γηπέδου και όχι για όλα αυτά που έκανα εκτός αυτού». Είναι ίσως η μοναδική φράση του Τζόρτζ Μπέστ που αποδείχθηκε προφητική. Το «πέμπτο σκαθάρι» όπως τον ονόμασαν οι Πορτογάλοι μετά το καλύτερο ίσως παιχνίδι της ζωής του απέναντι στην Μπενφίκα για το κύπελλο πρωταθλητριών το 1966 είναι το μεγαλύτερο παράδειγμα αυτοκαταστροφής ακόμα και από αυτό των μεγάλων αστέρων της ροκ που τις δεκαετίες των ’60 και ’70 συγκέντρωναν τα φώτα της δημοσιότητας.
Όπου και να είσαι, είναι και το Casino σου | 24χ7 | +21
Μια ζωή σαν παραμύθι
Η ιστορία της ζωής του αποτελεί σενάριο ταινίας. Γεννήθηκε στο ταλαιπωρημένο Μπέλφαστ από τον λιμενεργάτη Ντίκι και την εργάτρια σε καπνοβιομηχανία Άννα το 1946. Μέλος μιας πολυπληθούς οικογένειας χωρίς ανέσεις και πολύ χρήμα. Λεπτός λες και με το παραμικρό σπρώξιμο θα γίνει κομμάτια. Αλλά με ταλέντο. Τέτοιο που στην αλάνα που έπαιζε με φίλους τον παρακολουθούσαν οι γείτονες.
Στα 13 του γίνεται μέλος της ομάδας Κρέγκαχ Μπόις. Ο προπονητής της ομάδας Χιού Μακ Φάρλαν έπεισε δυο χρόνια αργότερα τον σκάουτερ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ Μπόμπ Μπίσοπ να τον παρακολουθήσει σε ένα παιχνίδι. Ο Μπίσοπ είχε από ότι φάνηκε καλύτερη κρίση από τους παράγοντες της εθνικής Ιρλανδίας αλλά και αυτών της Λίντς και πρότεινε στον Ματ Μπάσμπι την απόκτηση του.
Τον Ιούλιο του 1961 ο Μπέστ και ένας ακόμα νεαρός ποδοσφαιριστής, ο Έρικ Μακ Μόρντι πήραν το φέρι μπόουτ για το Μάντσεστερ αλλά πριν ακόμα ακουμπήσουν μπάλα γύρισαν με δική τους πρωτοβουλία πίσω. Η κίνηση αυτή ήταν η πρώτη μιας σειράς παρόμοιων φυγών από τις προκλήσεις και τα προβλήματα εκτός γηπέδου. Όσο αυτοπεποίθηση είχε μέσα στο χορτάρι τόσο ανασφάλεια είχε εκτός αυτού. Η ανασφάλεια και η μοναξιά τον οδήγησαν στα δύσκολα μονοπάτια της συνέχειας. Ο ίδιος άλλωστε παραδέχεται: «Πάντα νόμιζα ότι αν φύγω μακριά από το πρόβλημα θα υπήρξε μια δύναμη που θα το διόρθωνε. Έφευγα μακριά και όταν γύριζα το μόνο που είχε καταφέρει ήταν να διογκώσω το πρόβλημα».
Μετά την επιστροφή του στο Μπέλφαστ ο πατέρας του κόντευε να τρελαθεί. Αλλά σε μια τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ματ Μπάσμπι ηρέμισε. Ο τεχνικός της Μάντσεστερ του εξήγησε πως ο γιος του μπορεί να πάει ξανά για δοκιμή μόλις καταστάλαζε. Τελικά ο μικρός τότε Μπεστ πείστηκε και επέστρεψε στην πόλη που έμελλε από τότε και μετά να σημαδέψει όχι μόνο την καριέρα του αλλά και τη ζωή του. Η περιπέτεια είχε μόλις αρχίσει.
Τα χρόνια στο Μάντσεστερ
Είχαν περάσει σχεδόν τρία χρόνια από τον Αύγουστο του 1961 όταν και ο Τζόρτζ Μπέστ εντάχθηκε στο δυναμικό της Μάντσεστερ σαν ερασιτέχνης. Αγωνιζόταν κυρίως με τη δεύτερη ομάδα και ο πατέρας του είχε αρχίσει να ανησυχεί. Μετά τον τελικό του κυπέλλου Αγγλίας απέναντι στη Λέστερ το Μάιο του 1963 ο Ντίκι Μπέστ σε ιδιωτική συνομιλία του με τον Μπάσμπι του λέει ότι έχει για το γιο του έτοιμη δουλειά σε τυπογραφείο πίσω στο Μπέλφαστ. Ο Μπάσμπι γελάει και τον διαβεβαιώνει ότι ο γιος του δε θα τη χρειαστεί.
Το καλοκαίρι υπογράφει το επαγγελματικό του συμβόλαιο με την ομάδα. Στις 14 Σεπτεμβρίου σε ηλικία 17 ετών κάνει το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα στο παιχνίδι απέναντι στη Γουέστ Μπρόμγουιστ Άλμπιον. Όπως έχει πει ο ίδιος ο Μπέστ: «Ήμουν δωδέκατος στην αποστολή και δεν περίμενα να παίξω. Αγνοούσα ότι ο Ίαν Μόιρ είχε τραυματιστεί. Είδα τον Ματ Μπάσμπι να προχωράει στο διάδρομο του πούλμαν όπως πηγαίναμε για το γήπεδο. «Μικρέ ετοιμάσου παίζεις σήμερα» μου πέταξε έτσι στο εντελώς αδιάφορο». Η Γιουνάιτεντ κερδίζει 1-0, ο ίδιος δεν μένει ικανοποιημένος από την εμφάνιση του, αλλά οι εφημερίδες γράφουν ότι βγάζει μάτια.
Η επόμενη εμφάνιση του στη βασική ενδεκάδα ήταν στις 28 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς απέναντι στη Μπάρνλεϊ. Ο Μπέστ βρισκόταν στο Μπέλφαστ για τα Χριστούγεννα. Ο Μπάσμπι δεν πίστευε ότι ήταν ακόμα 100% έτοιμος. Είχε άδεια από την ομάδα αλλά τον κάλεσαν εσπευσμένα πίσω στο Μάντσεστερ. Ο Τζόρτζ Μπέστ αγωνίζεται και πετυχαίνει το πρώτο του γκολ στη νίκη με 5-1. Από τότε και μετά ο Μπέστ δε ξαναβγήκε από την ενδεκάδα. Η «αγία τριάδα» όπως ονομάστηκε αργότερα το τρίο Μπεστ-Λό-Τσάρλτον είχε συμπληρωθεί.
Ανανεωμένα casinoffers, καθημερινές προσφορές* στα αγαπημένα σου παιχνίδια/ στο casino τoυ betshop.gr! * | +21
Η άνοδος
Η εθνική αναγνώριση στο πρόσωπο του ήρθε μετά από ένα παιχνίδι απέναντι στη Τσέλσι στις 30 Σεπτεμβρίου του 1964. Ήταν ο καλύτερος παίκτης της Γιουνάιτεντ στη νίκη της ομάδας του με 2-0 και 62.000 θεατές τον χειροκρότησαν αμέσως μετά το παιχνίδι. Ο ίδιος έχει υποστηρίξει πολλές φορές ότι του άρεσε πολύ να παίζει στο Στάμφορντ Μπριζ. Ήταν το όνομα του αντιπάλου, η ατμόσφαιρα αλλά και οι προβολείς. Του θύμιζαν τα παιχνίδι που έβλεπε μικρός στη τηλεόραση του γείτονα τους κ. Χάρισον ανάμεσα στη Γούλβς και διάφορες Σοβιετικές ομάδες στα πλαίσια φιλικών αναμετρήσεων. Βλέπετε δεν υπήρχαν διεθνείς διοργανώσεις στις οποίες να παίρνουν μέρος αγγλικές ομάδες εκείνη την εποχή.
Τα παιχνίδια εκείνα τον συγκινούσαν γιατί ήταν πάντα μεσοβδόμαδα και νύχτα, υπό το φως των προβολέων. Αυτό τον συγκινούσε. Για αυτές τις αναμετρήσεις ζούσε. Μια τέτοια ήταν που τον καθιέρωσε διεθνώς. Μια εμφάνιση σε μια αναμέτρηση που τελικά αποδείχθηκε τόσο ευλογία όσο και κατάρα.
Ήταν στις 9 Μαρτίου του 1966 στο Ντα Λουθ της Λισσαβόνας στα πλαίσια του δεύτερου αγώνα για τα προημιτελικά του κυπέλλου πρωταθλητριών. Η Γιουνάιτεντ έχει κερδίσει το πρώτο παιχνίδι με 3-2 και οι «αετοί» έχουν εκείνο το διάστημα μια από τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Πριν οι ομάδες βγουν στον αγωνιστικό χώρο ο Μπάσμπι δίνει εντολές στους παίκτες του να είναι αρκετοί συγκρατημένοι στην αρχή. Όλοι πειθαρχούν εκτός από έναν. Ο Μπεστ πετυχαίνει δυο γκολ μέσα στα πρώτα δώδεκα λεπτά ένα με κεφαλιά και ένα με ένα σόλο. Τελικά η Γιουνάιτεντ κερδίζει τη Μπενφίκα με το εκπληκτικό 5-1 και οι Πορτογαλικές εφημερίδες κυκλοφορούν την επόμενη μέρα με τον τίτλο «Ελ Μπίτλ».
Ήταν η εποχή των Μπίτλς και λόγω του παρουσιαστικού του ο Μπέστ (τι και αν οι Μπίτλ ήταν από το Λίβερπουλ!) έγινε συναφής προσωπικότητα με το μεγάλο αυτό μουσικό γκρουπ. Έγινε το «πέμπτο σκαθάρι». Την επόμενη ημέρα η ομάδα επιστρέφει στο Μάντσεστερ και κόσμος έχει μαζευτεί στο αεροδρόμιο για να τους υποδεχθεί. Ο Μπέστ εμφανίζεται με ένα σομπρέρο. Οι εφημερίδες αρπάζουν την ευκαιρία και για πρώτη φορά στα χρονικά του αγγλικού ποδοσφαίρου ένας παίκτης γίνεται πρωτοσέλιδο.
Ο Μπέστ γίνεται μόδα
Οι προτάσεις για διαφημίσεις και εμφανίσεις είναι πολλές τα γράμματα ακόμα περισσότερα και στη Βρετανία υπάρχει Μπεστ-μάνια. Ακριβώς δηλαδή όπως συμβαίνει σήμερα αλλά με μια σημαντική διαφορά. Ούτε η Μάντσεστερ ούτε ο τύπος αλλά πολύ περισσότερο ο ίδιος ήξεραν πώς να διαχειριστούν όλη αυτή τη διασημότητα. Σήμερα υπάρχουν πολλές ασφαλιστικές δικλίδες πρώτα από τις ομάδες και μετά από όλους τους άλλους για την προβολή μεν των παικτών αλλά χωρίς να «καίγονται». Κάπου εκεί ο Μπέστ περνούσε την καλύτερη περίοδο του στη Μάντσεστερ αλλά ταυτόχρονα είχε ξεκινήσει και η περιπέτεια του με το ποτό.
Εκείνη την εποχή ήταν θεμιτό οι παίκτες να πίνουν ένα ποτηράκι παραπάνω. Το πρώτο μεθύσι του Μπέστ άλλωστε είχε γίνει στα δεκαέξι του όντας παίκτης της ερασιτεχνικής Γιουνάιτεντ σε μια παρέα με παίκτες της πρώτης ομάδας. Ποτό αλλά σε πολύ μικρές ποσότητες βρισκόταν ακόμα και μέσα στα αποδυτήρια. Κανείς δεν αναγνώριζε επίσης ότι ο αλκοολισμός είναι μια ασθένεια όπως γίνεται σήμερα. Τότε ο αλκοολικός εθεωρείτο απλώς μέθυσος και τίποτα παραπάνω. Ο ίδιος έπινε αρχικά γιατί τον βοηθούσε να μιλήσει στις κοπέλες. Ποτέ όμως πριν από παιχνίδια. Όσα έχουν γραφεί για ταξίδια αστραπή μέχρι την Καραϊβική και επιστροφή λίγες ώρες πριν το παιχνίδι όντας μεθυσμένος δεν είναι τίποτα παραπάνω από ψευδή.
Ο Μπέστ ζούσε για το ποδόσφαιρο. Μέσα στο παιχνίδι ήθελε να είναι ο καλύτερος και ήταν το μόνο που υπολόγιζε. Μετά το παιχνίδι με τη Μπενφίκα είχε όσο ποτό ήθελε γιατί τα πιο πολλά ήταν τζάμπα. Όταν πήγαινε σε ένα μαγαζί ο ιδιοκτήτης έκανε τα πάντα για να τον κάνει θαμώνα. Αν ήταν εκεί ο Τζόρτζ Μπέστ το μαγαζί αυτόματα γέμιζε κόσμο. Όσο για τις γυναίκες; Δε χρειαζόταν πλέον ούτε να πλησιάσει ούτε να μιλήσει ιδιαίτερα σε κάποια που του άρεσε. Μάλλον επέλεγε…
Στο γήπεδο τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Η Γιουνάιτεντ αποκλείστηκε από την Παρτιζάν στα ημιτελικά του κυπέλλου πρωταθλητριών (2-0 στη Γιουγκοσλαβία και 1-0 στο Όλντ Τράφορντ) και έχασε το πρωτάθλημα. Ο Τζόρτζ Μπέστ έμεινε αρκετό καιρό έξω λόγω ενός τραυματισμού στο γόνατο. Τότε ήταν που γνώρισε τη Μαγιόρκα. Τον τόπο διακοπών του όλα τα χρόνια που ακολούθησαν. Ήλιος, γυναίκες και φυσικά ποτό. Πολύ ποτό. Προς το τέλος της καριέρας του είχε βάλει ακόμα και πρόγραμμα όπως στις δίαιτες. Μόνο που για αυτόν δεν είχε φαγητό αλλά ποτό. Αυτά όμως αργότερα. Προς το παρόν ήταν ένας από τους καλύτερους παίκτες της Βρετανίας ενώ η επαφή του με το ποτό είχε μόλις ξεκινήσει.
Το πρόβλημα ήταν ότι ενώ ήταν διάσημος ήταν εξαιρετικά μόνος. Αναζητούσε παρέα σε λάθος μέρη και με λάθος κόσμο. Έβγαινε σχεδόν κάθε βράδυ εκτός από τις παραμονές των αγώνων και φυσικά όταν ήταν σε αποστολή με την ομάδα. Ο Μπάσμπι είχε αρχίσει τις κατσάδες αλλά ο Μπεστ δεν άκουγε. Έμπαινε μέσα στο γραφείο του και μετρούσε τα ζωάκια που είχε η ταπετσαρία στον τοίχο πίσω από το κεφάλι του προπονητή του: «Μια φορά η κατσάδα και το βρίσιμο ήταν τόσο μεγάλης διάρκειας που πρόλαβα να τα μετρήσω όλα» είπε για αυτές τις…συναντήσεις ο ίδιος ο Τζόρτζ Μπέστ.
Παρόλα αυτά η Γιουνάιτεντ κατακτά το πρωτάθλημα και συμμετέχει στο επόμενο κύπελλο πρωταθλητριών (1967-68). Η Μάντσεστερ απέκλεισε τη Χιμπέρνιαν της Μάλτας και τη Σαράγεβο και κληρώνεται στα ημιτελικά με τη Ρεαλ Μαδρίτης κάτι που δεν αρέσει καθόλου στον Μπάσμπι. Η Μάντσεστερ κερδίζει το πρώτο παιχνίδι στην έδρα της με το εύθραυστο 1-0 με γκολ του Μπέστ. Στο δεύτερο παιχνίδι οι Άγγλοι είναι πίσω με 3-1 στο ημίχρονο αλλά τελικά ισοφαρίζουν σε 3-3 και παίρνουν πανηγυρικά την πρόκριση στον τελικό όπου θα αντιμετωπίσουν την Μπενφίκα στο Γουέμπλεϊ.
Στον τελικό ο Μπέστ σκοράρει στην παράταση και τελικά οι «κόκκινοι διάβολοι» κατακτούν το Κύπελλο Πρωταθλητριών με 4-1. Ο Μπάσμπι κάνει πραγματικότητα το όνειρο του και ο Τζόρτζ Μπέστ κατακτά την ίδια χρονιά το βραβείο τόσο του καλύτερου παίκτη της Αγγλίας όσο και αυτό της χρυσής μπάλας για τον καλύτερο Ευρωπαίο. Ήταν η αρχή του τέλους…
Η πτώση
Τα πράγματα από εκεί και πέρα δεν πήγαν καλά. Η ομάδα στα χρόνια που ακολούθησαν ήταν φάντασμα του εαυτού της. Ο Μπάσμπι είχε γεράσει και αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα με την υγεία του. Η Μάντσεστερ αναζητούσε λύση για τον πάγκο αλλά κανένας δεν ήθελε να έχει τον Μπάσμπι πάνω από το κεφάλι του. Οι Λο και Τσάρλτον είχαν πια μεγαλώσει και δεν απέδιδαν το ίδιο όπως παλιά. Η διοίκηση της ομάδας δεν έκανε ανανέωση με παίκτες που θα μπορούσαν έστω και να συγκριθούν με αυτούς και η πτώση είχε αρχίσει.
Στις αρχές του ’70 η ομάδα σε τίποτα δε θυμίζει την πρωταθλήτρια Ευρώπης του 1968. Ο Μπέστ σκοράρει σε πολλά παιχνίδια αλλά η κακή κατάσταση της ομάδας τον έχει κάνει καταθλιπτικό και τον ωθεί σε ακραίες ενέργειες. Αποβάλλεται για αστείους λόγους, τα βάζει με τη διοίκηση για τους παίκτες που παίρνει και πίνει όλο και περισσότερο.
Στις 8 Ιανουαρίου 1971 χάνει το τρένο που μεταφέρει την αποστολή της Μάντσεστερ στο Λονδίνο για το παιχνίδι με την Τσέλσι.
Ο ίδιος θα πάει στο Λονδίνο την ίδια μέρα αλλά περνάει το Σαββατοκύριακο με την ηθοποιό Σινέντ Κιούζακ. Οι δημοσιογράφοι τους βλέπουν και στρατοπεδεύουν έξω από το σπίτι της Κιούζακ. Η Μάντσεστερ τον τιμωρεί με δυο αγωνιστικές. Παρόλα αυτά κάνει καλά παιχνίδια τόσο με τη κόκκινη φανέλα της Γιουνάιτεντ όσο και τη πράσινη της Εθνικής Β. Ιρλανδίας. Αλλά η ομάδα συνεχίζει να μην τον εμπνέει.
Τον Ιανουάριο του 1972 απέχει μια εβδομάδα από τις προπονήσεις και μένει εκτός αποστολής για το παιχνίδι με τη Γούλβς. Ο ίδιος, απτόητος, περνάει το Σαββατοκύριακο στο Λονδίνο παρέα με την Κάρολαιν Μουρ τότε Μις Μεγάλη Βρετανία. Στο τέλος της περιόδου ανακοινώνει ότι δεν πρόκειται να ξαναπαίξει ποδόσφαιρο τουλάχιστον για αυτήν την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και παραδέχεται ότι πίνει τουλάχιστο ένα μπουκάλι αλκοόλ την ημέρα. Στη συνέχεια πήρε πίσω την απόφαση του παρουσιάστηκε στην προετοιμασία για την επόμενη χρονιά αλλά η ομάδα και πάλι είναι πολύ άσχημη αγωνιστικά.
Στις 25 Νοεμβρίου του 1972 παίζει το τελευταίο του παιχνίδι για εκείνη την περίοδο με τους «κόκκινους διαβόλους» να τον βάζουν στη λίστα των υπό μεταγραφή παικτών. Τελικά βγαίνει από τη λίστα και δηλώνει την επόμενη αγωνιστική περίοδο έτοιμος να ξαναπαίξει. Και πάλι παίζει σε κάποια παιχνίδια αλλά χάνει προπονήσεις, πίνει συνεχώς και δέχεται τα πρόστιμα από τη Μάντσεστερ το ένα πίσω από το άλλο.
Τον Ιανουάριο του 1973 φαίνεται να πιάνει πάτο. Κρίνεται ένοχος για επίθεση στη σερβιτόρα Στεφανία Σλονίτσκα άλλο ένα κτύπημα στην ήδη κατηφορική πορεία του.
Τον Ιανουάριο του 1974 παίζει το τελευταίο του παιχνίδι με τη Μάντσεστερ απέναντι στη Κουίνς Πάρκ Ρέιντζερς. Από εκεί και μετά η καριέρα του είναι τραγική. Αγωνίζεται στις: Τζιούις Γκλίντ, Στόκπορτ Κάουντι, Κόρκ Σέλτικ, Φούλαμ, Χιμπέρνιαν, Μπόρνμουθ, Μπρίσμπεϊν Λάιονς, Λος Άντζελες Άζτεκς, Φορτ Λότερντεϊλ Στράικερς, Σαν Χοσέ Έρθκουέικς και πολλές άλλες ομάδες σε φιλικά ή παιχνίδια επιδείξεων. Αν εξαιρεθούν οι Φούλαμ, Χιμπέρνιαν και Άζτεκς στις υπόλοιπες ομάδες είχε το ένα-δυο εμφανίσεις. Οι διοικήσεις των ομάδων του έλεγαν απλά να εμφανιστεί στο γήπεδο την ημέρα του αγώνα. Τα γήπεδα γέμιζαν μόνο και μόνο για να δουν τον Τζόρτζ Μπέστ. Μετά είτε τον έδιωχναν με τη δικαιολογία ότι πίνει είτε ο ίδιος αποχωρούσε. Οι συμφωνίες άλλωστε είχαν να κάνουν με πληρωμή ανά παιχνίδι.
Το 1978 χάνει τη μητέρα του από αλκοολισμό. Το γεγονός τον στεναχωρεί απίστευτα αλλά δεν κάνει κάτι να κόψει το ποτό. Το 1983 παίζει το τελευταίο του παιχνίδι σαν επαγγελματίας με την Μπόρνμουθ και ενώ δυο χρόνια νωρίτερα το Βρετανικό δημόσιο τον έχει κηρύξει σε πτώχευση λόγω χρεών στην εφορία.
Το 1984 καταλήγει για τρεις μήνες στη φυλακή γιατί συνελήφθη να οδηγεί μεθυσμένος και την επόμενη μέρα δεν εμφανίστηκε στη δίκη. Βρίσκει δουλειά το 1985 σαν σχολιαστής αγώνων ποδοσφαίρου.
Όπου και να είσαι, είναι και το Casino σου | 24χ7 | +21
Το 1990 η αξιοπρέπεια του τσαλακώνεται ακόμα μια φορά όταν εμφανίστηκε μεθυσμένος να βρίζει σε τηλεοπτική εκπομπή. Δυο χρόνια αργότερα και με τη βοήθεια της τότε κοπέλας του Μαίρη Σατίλα αποσύρει την κήρυξη σε πτώχευση και ξεκινάει περιοδείες επί πληρωμή σε όλο τον κόσμο. Βγάζει αρκετά χρήματα αλλά τα χάνει στο ποτό, το τζόγο και τις γυναίκες.
Το 1995 παντρεύτηκε την κατά 26 χρόνια μικρότερη του Άλεξ Πέρσεϊ. Ήταν ο δεύτερος γάμος του μετά από αυτόν με την Άντζελα Μακ Ντόναλντ το 1978 με την οποία απέκτησε το 1981 το μοναδικό του παιδί τον Κάλουμ.
Το 2001 η εκπομπή Μάντσεστερ Ίβινινγκ Νιουζ Σάντεϊ Πίνκ Πάνελ τον ανακηρύσσει κορυφαίο ποδοσφαιριστή της Μάντσεστερ την τελευταία πεντηκονταετία.
Το 2002 νοσηλεύεται με προβλήματα στο συκώτι. Οι γιατροί του συστήνουν να σταματήσει το ποτό. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία δέκα κυρίως χρόνια της ζωής του έκανε πολλές αποτυχημένες προσπάθειες να κόψει το ποτό. Καταφέρνει για ένα διάστημα να στρώσει τη ζωή του σταματάει το ποτό και κάνει μεταμόσχευση ήπατος το 2002.
Κερδίζει το βραβείο για την προσωπικότητα της χρονιάς που απονέμει το BBC, αρθρογραφεί, συμμετέχει στις εκπομπές του Σκάι Σπόρτς και όλα δείχνουν να έχουν πάρει επιτέλους, καλή τροχιά.
Το 2003 ανακοινώνει ότι λόγω οικονομικών προβλημάτων πουλάει τα μετάλλια του και ξαναπέφτει στο ποτό. Το 2004 η Άλεξ τον χωρίζει μετά από μια κλήση που πήρε επειδή οδηγούσε μεθυσμένος.
Την 1η Οκτωβρίου 2005 ο Μπέστ μεταφέρεται με λοίμωξη των νεφρών στο νοσοκομείο. Στις 12:55 της 25ης Νοεμβρίου χάνει τη μάχη με το θάνατο…
Λίγα πράγματα που πρέπει να ξέρετε για τον «Τζόρτζι»
* Μικρός υποστήριζε την Γκλεντόραν ομάδα την οποία παρακολουθούσε μαζί με τον παππού του ενώ εκτός Αγγλίας του άρεσε η Γούλβς. Μετά τη μεταγραφή του στη Μάντσεστερ δήλωσε αιώνια πίστη σε αυτήν.
* Οι σχέσεις του με τον Μπόμπι Τσάρλτον δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές. Στον Τζόρτζ Μπέστ δεν άρεσε ότι ο Τσάρλτον έκανε ακριβώς ότι ήθελε η διοίκηση. Οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν πολλά χρόνια αργότερα.
* Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, και ενώ είχε χάσει πολύ από τη λάμψη του, δέχθηκε πρόταση να αγωνιστεί στην Τσέλσι. Ο Μπέστ το σκέφτεται αλλά τελικά την απορρίπτει. Ο λόγος ήταν ότι δεν αισθανόταν ότι θα μπορούσε να παίξει τόσο καλά όσο θα ήθελαν να τον δουν οι φίλαθλοι.
* Στις 26 Μαΐου 1999 στον τελικό του Καμπ Νου ο Τζόρτζ Μπέστ φεύγει από το γήπεδο τέσσερα λεπτά πριν το τέλος του αγώνα, χάνει τα γκολ της Γιουνάιτεντ και φυσικά την απονομή!
* «Το ξέρεις ότι σε αγαπούσε…» του ψιθύρισε στο αυτί ο γιος του Σερ Ματ Μπάσμπι στη κηδεία του τελευταίου.
* Το όνειρο του να παίξει σε Μουντιάλ δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Το 1982 η Β. Ιρλανδία συμμετείχε αλλά χωρίς τον Μπέστ στην αποστολή…Ο ίδιος ήταν στην Ισπανία αλλά σαν σχολιαστής των αγώνων.
Είπαν για αυτόν
«Κάθε προπονητής στην καριέρα του προσεύχεται να βρει ένα, μόλις ένα, μεγάλο παίκτη. Εγώ ήμουν τυχερός. Βρήκα δυο. Τον Ντάνκαν Έντουαρντς και τον Τζόρτζ Μπέστ. Υποθέτω ότι ο καθένας με διαφορετικό τρόπο είναι νεκρός, έτσι δεν είναι;».
Σερ Ματ Μπάσμπι, χρόνια μετά την αποχώρηση του από τους πάγκους
«Πολύ μικρός, πολύ ελαφρύς και χωρίς τα φυσικά προσόντα να παίξει»
Η αρχική εκτίμηση των παραγόντων της εθνικής Ιρλανδίας
«Αυτό το παιδί δε θα τα καταφέρει ποτέ να γίνει ποδοσφαιριστής. Είναι πολύ λεπτός»
Σκάουτερ της Λίντς
«Πιστεύω πως ανακάλυψα μια μεγαλοφυΐα».
Μπόμπ Μπίσοπ, σκάουτερ της Μαν. Γιουνάιτεντ στο τηλεγράφημα του στον Ματ Μπάσμπι όταν παρακολούθησε τον Μπέστ για πρώτη φορά.
«Διάολε αν νομίζεις ότι είσαι καλός παίκτης που να δεις το μικρό που ήρθε από το Μπέλφαστ».
Το μέλος του τεχνικού τιμ της Μάντσεστερ Γουίλφ Μακ Γκίνες στον Μπόμπι Τσάρλτον
«Μου είπε ότι έχει ακόμα τα σημάδια από τα σκληρά μαρκαρίσματα που του έκανα. Του απάντησα ότι επιτέλους βλέπω τη φάτσα του γιατί το μόνο που έβλεπα στο παιχνίδι ήταν το πίσω μέρος του κεφαλιού του».
Γκράχαμ Γουίλιαμς, Γ.Μ. Άλμπιον, ο Στιούαρτ Πίρς της εποχής του, όταν τον συνάντησε στη Μαγιόρκα
«Ο Μπέστ είναι ο εμπνευστής του ποδοσφαιρικού ροκ εν ρολ»
Μισέλ Πλατινί
«Ο Τζόρτζ Μπέστ αποτέλεσε έμπνευση για εμένα»
Ντιέγκο Μαραντόνα
«Από το 1964 έως το 1969 ο Μπέστ ήταν ο καλύτερος παίκτης στη χώρα. Πονάει πολύ που δεν είδαμε ακόμα καλύτερα πράγματα. Φτάνεις στην ποδοσφαιρική ακμή σου στα 28 και αυτός είχε τελειώσει μέχρι τότε…»
Ντένις Λο, από τους σημαντικότερους παίκτες στην ιστορία της Μάντσεστερ
Στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν από:
Την αυτοβιογραφία του που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Πλατύπους”, “George Best. Ο καλύτερος” (Μτφ Ανδρέας Μιαούλης), τίτλος πρωτοτύπου “Blessed: The Autobiography”
Το περιοδικό Four Four Two τεύχος 138, The wonder years, από τον Sam Pilger
και από αρχειακό υλικό.
Δείτε επίσης για σήμερα
Χεράρδο Μαρτίνο: Ένας «μπιελσίστα» στην Μπαρτσελόνα
Η ιστορία των συστημάτων ποδοσφαίρου
*αφορά μόνο το τελικό αποτέλεσμα και ισχύουν όροι και προϋποθέσεις | +21
*21+ I Ρυθμιστής: MGA I Συχνή συμμετοχή: κίνδυνος εθισμού & απώλειας περιουσίας Ι ΚΕΘΕΑ: 210 9237777